| Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν, μαζί τζι ούλλοι οι παλιοί μου φίλοι Την νύχτα μες στον καβενέν να παίζουμεν σκαμπίλι. Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν με κόσμον που με ξέρει, Τζειαμαί που ο νήλιος φέγγει, σιειμώνα - καλοτζιαίρι. Ήθελα να ' μουν στο χωρκόν έξω μες στα χωράφκια Τζι ας ήμουν απυπόλυτος να με τςιεττούν τ' αγκάθκια. Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν να πέφτω μες στ' αλώνια, Κρεβάτιν την κοντυλερήν τζιαι σσιέπασμαν σεντόνιν. Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν έξω μες στα περβόλια, Ακούρευτος, αξιούριστος τζι ας ήμουν τζιαι ντυμένος με τα τσιόλια. Ήθελα να 'μουν στο χωρκόν η ψυσιή μου πάντα πεθυμά το, Μμα το χωρκόμ μας επιάσαν το οι Τούρτζιοι τζιαι εχαλάσαμ μας το. Θέλουν ούλλοι οι χωριανοί εις το χωρκόν να πάσι, Αμμά οι Τούρτζιοι εν αφήνουν,πολεμούν για να μας φάσι. Πότε εν να πάμεν στο χωρκόν ρωτούν τα παιδκιά την μάναν, Θέλουμεν να πάμεν τζιαι εμείς στην εκκλησιάν να παίξουμεν την καμπάναν. Η μάνα τίποτε αμ μεμ πει, ξαναρωτούν τον τζιύρην, Γιατί, παπά, εδκιώξαμ μας τζιαι ζιούμεν μες στο τσιατίριν; Ο Τζιύρης σκέφτεται, βωβώννει τζιαι πάςκειμ' μ' αγωνίαν, Πως να εξηγήσει στα παιδκιά το άδικον μες στούντην κοινωνίαν. Εις τον Θεόν αφώνητα προσεύκεται, που ξέρει τζιαι κρινίσκει, Πέρκιμον κάμει καμιάν αλλαγήν τζι ούλλοι μας συλλόβροτοι έσσω μας να πάμεν. |
| Το χωρκό μου το Γεράνι. Χωρκό μου που μ' ανάγιωσες τζι εμένα τζιαι τους γονιούς μου Τον πάππον,τον προπάππο μου τζι ούλλους τους χωριανούς μου Ακόμα τζιαι τζιείνους που 'ρταν τζιαι κάτσασιν κοντά σου τζι εριζώσαν Τζιαι εκάμασιν κλώνους τζιαι κλωνιά τζιαι τον γυρόν σου εγρονίσαν. Θέλω να σου πω πως σ' έχω πάντα μες στην καρκιάν μου,όσο πιο βαθκιά μπορώ. Ήταν το χώμαν σου γλυτζιύ τζιαι το νερό σου κρίνο πο' ' ν' είςιεν πας στο ντουνιάν, λαλούσι,γλυζύττερον που τζιείνο. Ήτουν ο αέρας σου σιήλιες, κάθε λογής, μυρωδκιές γεμάτος Πεύκου τζιαι σσιινιάς, μερσινιάς τζιαι θυμαρκού ακόμα τζι αοράτου. Ήτουν ο νήλιος σου ο γρουσός που έδκιαν παντού ζωήν Σ' ανθρώπους, στα ερπετά τζιαι στα δεντρά,στα ζωντανά του ούλλα. Ήτουν το χώμαν καρπερόν παμπάτζιν, σισάμιν τζιαί σιτάρι, Κριθάρι, σιφουνάρι, τεράτσια, ελιές τζιαι λάδι τ' ανώγεια γεμοσμένα. Ήτουν όμορφα τζιαι τα σπίδκια σου τζιείνα τα πλιθαρένα Τζιαι τ' άλλα τα πετρόχτιστα μαστορικά χτισμένα. Τες ομορφιές σου τες πολλές χέλω να τραγουδώ Με τα τραγούδκια τούτα τα φτωχά που 'χω για σε γραμμένα Τζι ούλλους του κόσμου να του πω,όσον τζιαιρόν ιζήσω, Τζι όπου βρεχώ τζι όπου σταχώ για σέναν εν να τραουδώ Ειμαι τζιαι εγιώ ένα φτωχό κλωνίν που το δεντρό σου Τζιαι 'ε χέλω να σε ποχωριστώ ποττέ μου που κοντά σου. Την προσευχή μου κάνω να ποτζιοιμηχώ για πάντα στην αγκαλιά σου Για να 'ν' ο ύπνος μου γλυτζύς, όπως τα χώματά σου. Ήθελα να ' μουν στο χωρκόμ μου. |